Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Fotonovela. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Fotonovela. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

20/5/09

195. Horror behind the Windscreen

Παραγωγή: Fatal Car Pictures
Σενάριο: Καντάβρ
Σκηνοθεσία: Καντάβρ
Κείμενο: Καντάβρ
Φωτογραφία: H.Constantinos
Πρωταγωνιστεί: Καντάβρ

Horror behind the Windscreen

Στην παραλία της Γλυφάδας βράδιασε.
Όλα τα χρώματα ξεθώριασαν σε ένα γλυκό βιολετί και απλώθηκε μια δροσερή υγρασία γεμάτη κουνούπια.
Ακουγόταν ο παφλασμός της θάλασσας και το γουργούρισμα μιας ολοκαίνουριας Πόρσε. Ήταν απαλά παρκαρισμένη στην άκρη της άμμου, με σβηστούς προβολείς. Τόσο γυαλισμένη, που η θαλασσινή αρμύρα ντρεπόταν να κολλήσει πάνω της.

Ξαφνικά οι προβολείς άναψαν και τα τριζόνια σώπασαν.

- "Κοίτα να δεις..." -είπε ο νέος και ωραίος οδηγός- "Δε χρειάζεσαι πολλά πράγματα για να είσαι ευτυχισμένος. Εμένα μου αρκεί να βλέπω πώς αλλάζει το χρώμα του ουρανού όταν ανάβεις τα φώτα".

Και -κλιτς, κλιτς- έβγαζε φωτογραφίες με το πανάκριβο κινητό του και -τσακ, τσακ- αναβόσβηνε τους προβολείς.




- "Μμμ..." -έκανε η νέα που καθόταν δίπλα του.
Φορούσε το καινούριο της τζην, τα καινούρια της παπούτσια και κρατούσε την αγαπημένη της τσάντα.

Το μόνο που έβλεπε ήταν κάτι περίεργα σίδερα μέσα στο νερό, μια ελεεινή λασπερή λακκούβα και ένα αηδιαστικό, σκουριασμένο, τσαλακωμένο και χορταριασμένο σαράβαλο.


Και... «Ουάαααα!!» -τσίριξε η νέα, δείχνοντας κάτι μέσα από το παρμπρίζ με τρεμάμενο χέρι και χοροπηδώντας στο κάθισμά της.

Ο νέος κοιτούσε αποσβολωμένος. Προσπαθούσε να συσχετίσει αυτό που έβλεπε με κάποια από τις εμπειρίες του.

Επειδή όλα έγιναν πολύ γρήγορα, το μόνο που πρόλαβε να σκεφτεί ήταν η μαμά του και μια διαφήμιση με έναν τύπο με ωραίο αυτοκίνητο, που ΔΕΝ έμπαινε σε μια λακκούβα με νερά.

- Τι ήταν αυτό που τρόμαξε τόσο τους δύο νέους;

- Μπήκε ή όχι στη λακκούβα με τα νερά;

- Και λοιπόν;

Συνεχίζεται: Horror beyond the Windscreen


16/5/09

Προσεχώς...

Fatal Car Pictures presents...

Cadavre in Fatal Car!

Σύντομα στις οθόνες σας...

Σε δύο αίθουσες ταυτόχρονα

Windscreen και Ερείπια


Horror behind the Windscreen...

30/7/08

156. Αι τέσσερις ορφαναί Act II

Act II: Εκ δεξιών, Νάνι και Ταμάρα...

Κείμενο: Ραλού
Φωτογραφίες: H.Constantinos


-Gatchobdevi dai-ko?
(Θα παντρευτείς λοιπόν αδελφούλα ;)
- Diach
(Ναι!)
- Magram ars mosmochoutsi ...!
(Μα είναι γέρος...!)
- Araousavs...
(Δεν πειράζει)

Κυριακή βράδυ, η Νάνι και η Ταμάρα αφού έκαναν το ρεπό της εβδομάδας στο κέντρο της Αθήνας, αγόρασαν ρούχα από τους μικροπωλητές στα γύρω στενά, και επισκέφτηκαν το Γραφείο που τις έφερε λαθραία στην Ελλάδα. Δίπλωσαν τα ευρώ του μισθού τους σε μικρά πακετάκια μέσα σε ρούχα για παιδιά και αδέλφια και τα έστειλαν στην πατρίδα στους δικούς τους.
Μετά, γύρισαν πίσω στην Πειραϊκή και κάθισαν στα βραχάκια να τα πουν λίγο οι δύο τους πριν γυρίσουν στα σπίτια που δουλεύουν.
Γεωργιανές, απ΄τις στρατιές συμπατριωτισσών που κατακλύζουν τις πόλεις της Ελλάδας, αδελφές στα τριάντα κάτι τους, η Νάνι και η Ταμάρα είναι δύο ακόμα οικονομικές μετανάστριες, που εργάζονται λαθραία φροντίζοντας αυτούς τους παππούδες και γιαγιάδες, που τα παιδιά τους δεν έχουν τον χρόνο ή την διάθεση να ασχοληθούν μαζί τους.

- Νάνι-κο, πάει πια, το αποφάσισα.
Ναι το ξέρω ότι είναι γέρος, είναι και στριμμένος καμιά φορά και στα νεύρα του τρώω και καμία μαγκουριά, αλλά έχει και τα καλά του. Να σήμερα, έβγαλε το πορτοφόλι και μου έδωσε 20 ευρώ για να αγοράσω λέει ότι θέλω.
20 ευρώ είναι αυτά, και ο αδελφός μου στην πατρίδα έχει χρέη, επισκεύασαν το παλιό θερμοκήπιο και χρειάζονται ένα σωρό λεφτά, μαϊντανό και αρωματικά θα βάλει, τώρα έχει λίγη ζήτηση από Ρωσία...
Καλά, ο παππούς, μπορεί να μην είναι καλοστεκούμενος αλλά δεν είναι και κακός. Και τι μπορεί να κάνει στην ηλικία του; Μια νοσοκόμα μόνιμη θέλει για την υπόλοιπη ζωή του, που δεν είναι και πολλή...

Γιατί να μην τον παντρευτώ και σε μερικά χρόνια να μου μείνει και εμένα η σύνταξη; Και του έκανα και εξήγηση δηλαδή, παντρειά ξεπαντρειά τα λεφτά θα τα παίρνω κανονικά κάθε μήνα. Άσε που θα αποχτήσω και χαρτιά και θα μπορώ να δουλεύω νόμιμα στην Ελλάδα, μόλις τα τινάξει ο παππούς θα μπορώ να δουλέψω και αλλού στην Ευρώπη, σε λίγα χρόνια ο γιος μου θα μεγαλώσει, μαθαίνει γερμανικά τώρα και θέλει να πάει Γερμανία, έχει καλά μεροκάματα εκεί, αν μπορώ θα πάω κι εγώ μαζί του.
Ευτυχώς τα δικά του παιδιά δεν έχουν αντίρρηση, εκείνος ο γιος του, καλό παιδί, αν και πήγε να κάνει κάτι μια μέρα και του έκοψα την φόρα.
Δεν βαριέσαι Νανι-κο, χήρα δέκα χρόνια τώρα, άλλος άντρας δεν ακούμπησε ούτε το χέρι μου, τον τίμησα εδώ το Γκεόργκι μου, λεβέντης ήτανε και σε όλα του άξιος, ας όψεται το ατύχημα στο εργοστάσιο των παπουτσιών, μέσα σε δύο μέρες ξεψύχησε.
Και ξέρεις, ο παππούς μου τον θυμίζει πολλές φορές, όταν κάθεται και σκέφτεται τα δικά του, έχει κάτι στα μάτια του όπως ο Γκεόργκι μου, τότε στην πατρίδα, όταν αναλογιζόταν τι θα γίνει στο μέλλον...

Θα μου πεις, όσα χρόνια ο παππούς ζει, δεν θα μπορώ να πάω στην πατρίδα να δω το παιδί, γιατί..., και καλά, να πάω, πως θα ξαναγυρίσω όμως, ένα σωρό λεφτά στοιχίζει το ταξίδι ακόμα και με Ελληνικό διαβατήριο.
Δεν βαριέσαι, το παιδί είναι με τα πεθερικά μου, μιλάμε κάθε μέρα στο τηλέφωνο, είναι κι αυτές οι κάρτες πανάκριβες πανάθεμα τες αλλά τι να κάνουμε, μου λείπει το μικρό μου, ολόκληρος άντρας θα έχει γίνει τώρα ο Κόμπα μου, δεκαπεντάρισε, τρία χρόνια έχω να τον δω... πόσο ήμουν που με έκλεψε ο Γκεόργκι, 17- 18 χρονών, αμέσως τον κάναμε, που να φανταστώ ότι θα βρισκόμουν μετά τόσα χρόνια με τον Γκεόργκι πεθαμένο και τον μικρό στην άλλη μεριά του κόσμου...
Να βρε Νάνι-κο αυτά σκέφτομαι και η καρδιά μου μπερδεύεται, με έφερες σήμερα κι εδώ και βλέπω όλη τούτη την ομορφιά, λένε ότι η ομορφιά είναι στον κόσμο τζάμπα, αλλά... δεν ξέρω. Αν ίσως ο μικρός κοιτάει κι αυτός τον ήλιο που δύει,... μα είναι ο ίδιος ήλιος στην Γεωργία...; τότε τα μάτια μας συναντιόνται πάνω στην ίδια εικόνα... όταν το σκέφτομαι αυτό απορώ, να είμαστε τόσο κοντά και τόσο μακριά ταυτόχρονα...
Ετσι λοιπόν αδελφούλα το αποφάσισα. Τι εδώ τι εκεί, η ζωή είναι η ίδια για μας τους φτωχούς, όπως όταν κοιτάς τον ήλιο που φεύγει, κι αν η ομορφιά είναι τζάμπα όλα τα άλλα πρέπει να τα πληρώσεις.
Με ευρώ και λάρι...
Με απουσίες...
Με χαμένα όνειρα...
Με χαμένους ανθρώπους...

Άντε πάμε τώρα... Νύχτωσε και ο παππούς θα αρχίσει να φωνάζει, μπορεί να θέλει να με παντρευτεί αλλά νοσοκόμα του θα είμαι πάντα...
Άντε πάμε, μαζεύτηκε και κόσμος, να δες αυτές τις δύο που κάτσανε απέναντι και πιάσανε την κουβέντα, Ελληνίδες είναι, τι ανάγκη έχουν αυτές, τα σπίτια τους, τους δικούς τους, τις δουλειές και τα λεφτά τους, όλα τόσο κοντά τους που να τα φτάνει το χέρι τους.
Άντε πάμε... Να! Βλέπω να έρχεται το λεωφορείο, έχω άλλα δέκα λεπτά διαδρομή πριν φτάσω στο σπίτι.
Εισιτήρια έχεις; Ουφ ακρίβυναν κι αυτά...
Άντε... σε πίκρανα και σένα... τι να κάνουμε που μείναμε κι οι δύο ορφανές και ξενιτεμένες, έχω εγώ άλλο άνθρωπο να μιλήσω...

Chamishidopisha Nani-co...
(καληνύχτα Νανι μου)
Chamishidopisha...!

Act I: Εξ ευωνύμων, Καίτη και Ράνια...

Κείμενο: Ραλού
Φωτογραφίες: H.Constantinos

28/7/08

155. Αι τέσσερις ορφαναί Act I

Act I: Εξ ευωνύμων, Καίτη και Ράνια...

Κείμενο: Ραλού
Φωτογραφίες: H.Constantinos


-Βρε Καιτούλα, πραγματικά το αποφάσισες να τον παντρευτείς τον τύπο!
-Ω ναί! Το αποφάσισα Ράνια μου...
-Μα είναι γέρος! Εξηντάρης...!
-Δεν πειράζει αδελφή... Το πήρα απόφαση...

Η Ράνια και η Καίτη, αδελφές, στα σαράντα κάτι τους, έχουν αράξει στα βραχάκια της Πειραϊκής, και χαζεύουν το ηλιοβασίλεμα.
Έρχονται εδώ καμιά φορά που θέλουν να τα πουν οι δυο τους, άμα δεν έχει κόσμο είναι όμορφα.
Η Ράνια είναι μεγαλοκοπέλα, ανύπαντρη, ο ένας της ξινίζει κι ο άλλος της βρωμάει, έχει και καλή δουλειά, περνάει καλά με φίλους και κάπως της κακοφαίνεται που η Καίτη η μικρή πάει να ξαναπαντρευτεί τον ηλικιωμένο!

-Ναι ναι, το αποφάσισα Ράνια μου...
Κοίτα να δεις, έπιασα τα σαράντα πια... άλλο αν δείχνω ακόμα τριαντάρα, ο μικρός μεγαλώνει μόνος του από τότε που ο μαλάκας ο πρώην μου πήρε την Ρωσίδα του πατέρα του και εξαφανίστηκε, χρειάζομαι ένα άντρα στη ζωή μου.
Τι που ο Μίμης είναι σιτεμένος, είναι καλοστεκούμενος, με τα σπίτια, τα αυτοκίνητα, το εξοχικό, τα κτήματα στο χωριό και την δικιά του την επιχείρηση, μεγαλη περιουσία σου λέω. Ασε τις γνωριμίες που έχει στους λαϊφσταϊλάδες! Ε, καλά, μου ρίχνει 20-25 χρόνια αλλά και τι έγινε. Σάμπως είναι για χόρταση, κάπως θα βολευτεί η κατάσταση. Να δεις το δαχτυλίδι που μου αγόρασε, αυτό δεν είναι μονόπετρο, ο βράχος του Γιβραλτάρ ο ίδιος είναι, 20 χιλιάρικα έδωσε, το έμαθα από σίγουρη πηγή. Θα μου το δώσει την Τρίτη μάλλον που έχει κλείσει τραπέζι στην "Αίγλη", είναι και λίγο φαντασμένος ο τύπος και πάει να με εντυπωσιάσει...
Α ρε κακομοίρη! Θυμάσαι ρε συ Ράνια που ζούσαν οι γονείς μας, ο μπαμπάς διευθυντής στην Τράπεζα, και τα πράγματα ήταν άνετα, θυμάσαι που τρώγαμε οικογενειακώς στα καλύτερα εστιατόρια, τούτος εδώ ούτε απ έξω δεν έχει περάσει, αχ, άλλες εποχές εκείνες, όμορφα χρόνια με τα σχολεία μας και τις σπουδές μας.
Αλλά ας όψεται ο αχαΐρευτος ο δικός μου που με πήρε από τα καλά μου και με έριξε στο φιλότιμο να ζούμε λέει οικολογικά και απλά, τι να πεις, κοριτσάκι στα 18 ήμουνα... Τι ήξερα, έρωτας ήταν αυτός, σαν πρόβατο τον ακολούθησα και τα έσπασα με την οικογένεια.

Χθες σκεφτόμουν που θα ήμουνα σήμερα αν είχα πάρει εκείνο τον Ιάκωβο, ξέρεις τον γιο της φιλενάδας της μαμάς, λίγο ζαβός ήτανε αλλά από λεφτά μια χαρά.
Καλά δεν έχω παράπονο, την δουλειά μου στο υπουργείο την έχω, το σπίτι στο Παγκράτι το κληρονόμησα, έχω και μερικά λεφτά στην άκρη, τα βολεύω, αλλά βρε παιδί μου λαχτάρισα να βγω στα μαγαζιά όπως τότε που ήμασταν μικρές, θυμάσαι, και γυρίζαμε το Κολωνάκι, και γεμίζαμε τα χέρια με τσάντες από επώνυμα ρούχα και παπούτσια, αχ αυτές οι Celine γόβες...! Να μην μετράω τα ευρώ και τα όρια της πιστωτικής βρε αδελφέ, να μπαίνω στα μαγαζιά και να λέω δώσε κι αυτό κι αυτό κι αυτό και να μου κάνουν τεμενάδες οι πωλήτριες.
Το ξέρω ότι εσύ είσαι πιο ολιγαρκής, να περνάς καλά θέλεις μόνο, αλλά εγώ έχω και το παιδί, μου τρώει όλο το χρόνο μου, θέλω να έχω και λίγο για τον εαυτό μου, ο Μίμης μου το είπε, ο μικρός θα έχει δική του κουβερνάντα, και το σπίτι οικιακή βοηθό, τίποτα δεν θα κάνω εγώ και η δουλειά δεν πάει να χαθεί, με τον κάθε βλάκα προϊστάμενο πάνω από το κεφάλι μου...
Και έχει και φίλους στη Μύκονο, με φαντάζεσαι με γυαλιστερό μπικίνι και παρεό... Αχ! Τι καλά που φρόντισα και δεν πήρα κιλά... μια χαρά είναι το κορμί μου, εικοσάρες βάζω κάτω άμα γουστάρω.
Ε καλά, θα έχω και τον Μίμη μαζί, τι να κάνουμε, ξέρω όμως εγώ... Θείος μου θα λέω ότι είναι όταν δεν είναι μπροστά, άμα θέλει η γυναίκα σε όλα βρίσκει λύσεις!
Πάντως για καλό και για κακό, ένα τσεκαπ θα τον βάλω να κάνει πριν τον γάμο να ξέρω που έχω να πορεύομαι.
Αλλά μετά θα γίνει ένας γάμος τρικούβερτος, όλη η κοσμική Αθήνα θα έρθει, και κανάλια και δημοσιογράφοι...

Να καλή ώρα έτσι θα είναι, ηλιοβασίλεμα σε νησί, και ένα νυφικό που έχω δει στη Λουκία, μούρλια... θα έχει και αεράκι και τα λουλούδια στα χρώματα όπως αυτά στον ουρανό, τριανταφυλλιά και ροζ όχι σαν τον πρώτο γάμο μου που παντρεύτηκα με το κοντό φουστανάκι στο δημαρχείο και μου έφερε και ανθοδέσμη από τα τριαντάφυλλα στην αυλή της μάνας του, διπλωμένα τα κοτσάνια σε αλουμινόχαρτο, μαζί με την μελίγκρα που είχαν απάνω τους... Οικολόγος ο βλάκας, όλο κάτι τέτοια έλεγε και έκανε, αχ! του χάρισα τα νιάτα μου και κέρδος μηδέν.
Και μου τα φόρεσε και με την Ρωσίδα, το έχω ξαναπεί, από τότε που ήρθαν αυτές χάσαμε τα αυγά και α πασχάλια...
Να δες! Κι αυτές εκεί δίπλα, ξένες είναι, τις βλέπεις, ρεμβάζουν κι μετά πάνε και παίρνουν τους άντρες μας...
Δεν βαριέσαι Ράνια μου... Θα τον πάρω τον Μίμη! Σου είπα...είναι καιρός να κοιτάξω κι εγώ τον εαυτό μου, γέρος ξεγέρος, εγώ θα εξασφαλιστώ, και ο μικρός βέβαια γιατί αν περιμένει από τον πατέρα του... φέξε μου και γλίστρησα!
Έτσι!
Βλέπω ότι δεν μιλάς... Μάλλον σε αιφνιδίασα ε;
Όλα μέσα στη ζωή είναι βρε! Τι νόμισες; Ότι η ζωή είναι ένα ηλιοβασίλεμα στην Πειραϊκή; Αυτά καλά είναι κορίτσι μου και τζάμπα, όμως η ζωή θέλει άλλα.
Θέλει θυσίες...
Θέλει παραχωρήσεις...
Αλλά θέλει και λεφτά...
Ε! Θέλει και σιτεμένους γαμπρούς που να στα παρέχουν...
Όλα μέσα στο παιχνίδι είναι.

Άντε πάμε τώρα!
Έβγαλε υγρασία και θα μου κατσαρώσει πάλι το μαλλί.
Άντε πάμε, δεν αντέχω να βλέπω κι αυτές τις αλλοδαπές εκεί δίπλα.
Που, από τότε που ήρθαν, όλοι οι μεσόκοποι βλάκες τρέχουν από πίσω τους...!
Άντε πάμε λέω...

Act II: Εκ δεξιών, Νάνι και Ταμάρα...

Κείμενο: Ραλού
Φωτογραφίες: H.Constantinos

27/5/08

137. Μιά νύχτα στον καταυλισμό Act II

Ενα συγκινητικό οικογενειακό οδηγικό δράμα με φόντο την κοσμοπολίτικη Γλυφάδα.
Μία επική νυχτερινή περιπλάνηση στην χλιδή της Αθηναϊκής Ριβιέρας.
Ενας ύμνος στην συναρπαστική γοητεία του χωρίς όρια ανοιχτού όρίζοντα.
Μία ωδή στην σαγήνη του αέναου ταξιδιού.

Μή το χάσετε!
Από τις Εκδόσεις Fatal Car, σε πολυτελές ιλλουστρασιόν δερματόδετο λεύκωμα, σε όλα τα καλά Nissan Vanette και σε επιλεγμένα Toyota Hiace!

Χορηγός επικοινωνίας: Windscreen
Χορηγός απλώστρας: Δήμος Γλυφάδας

Συνέχεια από το προηγούμενο...

Act II
Τα χαλιά









Shooting through the Windscreen
Car: Fatal Car

26/5/08

136. Μιά νύχτα στον καταυλισμό Act I

Ενα συγκινητικό οικογενειακό οδηγικό δράμα με φόντο την κοσμοπολίτικη Γλυφάδα.
Μία επική νυχτερινή περιπλάνηση στην χλιδή της Αθηναϊκής Ριβιέρας.
Ενας ύμνος στην συναρπαστική γοητεία του χωρίς όρια ανοιχτού όρίζοντα.
Μία ωδή στην σαγήνη του αέναου ταξιδιού.

Μή το χάσετε!
Από τις Εκδόσεις Fatal Car, σε πολυτελές ιλλουστρασιόν δερματόδετο λεύκωμα, σε όλα τα καλά Nissan Vanette και σε επιλεγμένα Toyota Hiace!

Χορηγός επικοινωνίας: Windscreen
Χορηγός απλώστρας: Δήμος Γλυφάδας

Act I
Η μπουγάδα









Shooting through the Windscreen
Car: Fatal Car

Στο επόμενο τεύχος:
Act II
Τα χαλιά

16/1/08

99. Ενας περίεργος σκύλος

Ωωωω!!
Τί είναι αυτά που πετάγονται εκεί πίσω...;
Ας πάω να δώ...
Ας πλησιάσω προσεκτικά...
...
...

Αααα!! Ωραία!
Πλάκα έχουν!
Γιά να δώ, έχει τέτοια κι από 'κεί;;
...
...
Μπά, δεν έχει από 'κεί...
Γιά να ξανακοιτάξω πάλι από 'δώ...
...
...
Μα, τί έγινε...;
Πού είναι;
Δεν έχει άλλα;
...
...
Ωχ !!!
Αμάν !!!
...
...

Πώ, πώ !!
Μα, τί ήταν αυτό;;
Από πού ήρθε;;
...
...
Μπά...
Περίεργο...
Εξαφανίστηκε !!
...
...
Μπά, άσε καλύτερα, μπορεί να ξανάρθει...
Ας την κάνω σιγά-σιγά...
Να πάω να στεγνώσω, κάνει και κρύο...


26/11/07

82. Οι Αρουραίοι τση Ζάκυθος

Παραγωγή: Fatal Car
Πρωταγωνιστεί: Κική
Φωτογραφίες: Κική
Σενάριο, Σκηνοθεσία: H.Constantinos


Ηταν ένα γλυκό βράδυ, εκεί κάτω στη μακρινή Ζάκυνθο. Ενα βράδυ που θύμιζε τις πρώτες μέρες του Φθινοπώρου.

Κάπου εκεί μέσα στην οργιώδη βλάστηση, πίσω από τις φυλλωσιές, τις φοινικιές και τις ελιές, εκεί μέσα στην μεγάλη και πλήρως εξοπλισμένη κουζίνα, το βράδυ ήταν ακόμη πιό γλυκό...

Η Κική είχε μόλις ξεφουρνίσει ένα τεράστιο ταψί μουστοκούλουρα, και η ατμόσφαιρα μοσχοβολούσε.

Απόλυτα ικανοποιημένη με το αποτέλεσμα, πήρε μιά βαθειά εισπνοή από τον μοσχοβολιστό αέρα πάνω από το ταψί και της άνοιξε η όρεξη, αλλά συγκρατήθηκε. Επρεπε πρώτα να φωτογραφίσει τα μουστοκούλουρα γιά να τα βάλει στο Hungry for Life...

Αφού έβγαλε καμμιά 50αριά φωτό και τις έλεγξε στο PC, ήταν πιά ώρα να δοκιμάσει.

Εφαγε 22 μουστοκούλουρα, αντιστάθηκε σθεναρά στον πειρασμό να φάει και 23ο, σκέπασε το ταψί με μία καλοσιδερωμένη κανελλί πετσέτα και άνοιξε το παράθυρο γιά να ξεμυρίσει η κουζίνα.

Ενοιωσε αμέσως την γλυκειά υγρασία τούτης της γλυκειάς νύχτας, που τόσο ταίριαζε με την γλυκειά γεύση των 22 μουστοκούλουρων.

Ηταν υπέροχα εκεί έξω. Δεν φυσούσε, δεν έκανε κρύο.

Ξαφνικά ένας φωτογραφικός οίστρος απλώθηκε στην γλυκειά ατμόσφαιρα.

Η θάλασσα θα ήταν σίγουρα λάδι...

Τί ωραία θα αντανακλούσαν τα φώτα του λιμανιού... Ευκαιρία γιά ωραίες φωτό γιά τα Ονειρομαγειρέματα!
Πήρε την φωτογραφική μηχανή, πήρε και το τρίποδο, μπήκε στο αυτοκίνητο και ξεκίνησε γιά το λιμάνι.

Η θάλασσα ήταν πραγματικά τόσο ήρεμη... Το λιμάνι έμοιαζε με λίμνη.

Τα πολύχρωμα φώτα αντανακλούσαν στο νερό πιό όμορφα από ποτέ.

Ξεκίνησε με τα πόδια να βρεί τα πιό κατάλληλα σημεία στον λιμενοβραχίονα.
Ομορφα είναι εδώ, αλλά τα πλοία κόβουν κάπως το πλάνο...

Ας πάω παρακάτω...

Εδώ είναι τέλεια! Το κίτρινο, το πορτοκαλί, το μπλέ δίπλα... Ωραία...

Οταν κάνεις zoom γίνονται ακόμη πιό εντυπωσιακά! Αψογα!
...
Αλλά, άς πάω και λίγο παρακάτω...

Ο μεγάλος γκρίζος αρουραίος καθόταν αμέριμνος κάτω από την γλάστρα με το καχεκτικό ταλαιπωρημένο φοινικάκι, όταν είδε μία σκοτεινή φιγούρα να πλησιάζει αθόρυβα. Ανησύχησε.
...
- Τί θέλει εδώ τέτοια ώρα...; -αναρωτήθηκε.
...
Συνέχισε να παρακολουθεί τις κινήσεις της σκοτεινής φιγούρας, έτοιμος να φύγει και να κρυφτεί άν χρειαζόταν.
...

Η σκοτεινή φιγούρα πλησίαζε προς το μέρος του. Στήλωσε τα αυτιά του.
Τα βήματα μόλις που ακουγόταν -η Κική φορούσε αθλητικά...
...
Ο αρουραίος φοβισμένος, έκανε μερικά πλάγια αθόρυβα βήματα, και κρύφτηκε πίσω από την δέστρα που βρισκόταν δίπλα, συνεχίζοντας να παρακολουθεί προσεκτικά.
...
Η σκοτεινή φιγούρα πλησίασε στην γλάστρα, έβγαλε από την τσάντα της ένα περίεργο πράγμα με τρία πόδια, το οποίο στην αρχή ήταν μικρό, και μετά από διάφορα κλικ - κλικ έγινε μεγαλύτερο.
Του θύμισε ένα μεγάλο μακρύ πράγμα με το οποίο τον κυνήγησε κάποτε κάποιος λιμενεργάτης, και παραλίγο να μή την γλυτώσει, αλλά αυτό εδώ δεν ήταν μονό, ήταν τριπλό! ...
Φοβισμένος, έκανε άλλο ένα βήμα πίσω από την δέστρα, και έκπληκτος είδε την φιγούρα να ακουμπάει το τριπλό πράγμα μπροστά στην γλάστρα, και να βάζει πάνω του άλλο ένα περίεργο μικρό ασημί πράγμα.
...
Μετά από λίγο, ξαφνικά, ένα κόκκινο λαμπάκι άρχισε να αναβοσβήνει πάνω στο ασημί πράγμα και ένα ανατριχιαστικό μπίπ-μπίπ ακούστηκε.
...
Τρομοκρατήθηκε. Επρεπε να φύγει, έπρεπε να σώσει την ζωή του.
...
Το μυαλό του θόλωσε από τον πανικό. Δεν ήξερε προς τα πού να πάει.
Πετάχτηκε πίσω από την δέστρα στριγκλίζοντας και προσπάθησε να περάσει κάτω από το πράγμα με τα τρία πόδια, παραπάτησε όμως και κουτούλησε στο ένα πόδι του τρίποδου, με αποτέλεσμα η φωτό που τραβούσε εκείνη την στιγμή η Κική να βγεί κουνημένη...
...
Αλαφιασμένος και ζαλισμένος από το χτύπημα ξανακουτούλησε, πάνω στον αστράγαλο της σκοτεινής φιγούρας αυτή τη φορά...
...
Και τότε μία τρομακτική κραυγή αντήχησε στη σιγαλιά του λιμανιού...
...
Ο μεγάλος γκρίζος αρουραίος πανικοβλήθηκε ακόμη περισσότερο, η κραυγή όμως τρομοκράτησε και όλους τους φίλους και γείτονές του, οι οποίοι πετάχτηκαν στριγκλίζοντας πίσω από δέστρες, κάβους, γλάστρες, μέσα από σκοτεινές φωλιές και άδεια κιβώτια, τρέχοντας πανικόβλητοι δεξιά αριστερά χωρίς να καταλαβαίνουν τί συμβαίνει.
...
Η σκοτεινή φιγούρα πρόσεξε τί γινόταν τριγύρω... Ανείπωτος τρόμος την πλημμύρισε, και ανέβηκε με ταχύτητα και ευλυγισία αιλουροειδούς πάνω στην δέστρα, κραδαίνοντας απειλητικά το τρίποδο με την Canon βιδωμένη πάνω του.
...
Στο μεταξύ, ο μεγάλος γκρίζος αρουραίος βρήκε τον δρόμο, και έτρεχε στριγκλίζοντας κατά μήκος του λιμενοβραχίονα, ενώ και οι υπόλοιποι αρουραίοι, αλαφιασμένοι από τις τρομακτικές κραυγές, τον ακολουθούσαν.
Η πανικόβλητη αγέλη δεν είχε πού να πάει μέσα στον κόσμο και την κίνηση του λιμανιού... Ευτυχώς, ο μεγάλος γκρίζος αρουραίος, ψύχραιμος και αποφασιστικός, είδε το δεμένο πλοίο και όρμηξε μέσα. Ακολούθησε ολόκληρη η αγέλη, αναστατώνοντας τον μούτσο που εκείνη την ώρα σφουγγάριζε τον καταπέλτη.
...
Ηταν πραγματικά τυχεροί... Η απαράμιλλη ψυχραιμία και η ατσάλινη αποφασιστικότητα του μεγάλου γκρίζου αρουραίου τους είχε σώσει...
...
Ο εφιάλτης είχε τελειώσει...
...
Μετά από εκείνη την τραγική νύχτα, τίποτα πιά δεν είναι όπως πρίν στο Τζάντε, το φιόρε του Λεβάντε...
...
Ω, ναί... Δεν υπάρχουν πιά αρουραίοι στο λιμάνι τση Ζάκυθος...
...
Αλλοίμονο, ναί... Το πλοίο σάλπαρε το πρωί γιά την Κεφαλλονιά...
...
Και έτσι, οι Αρουραίοι τση Ζάκυθος, πρόσφυγες πιά σε ξένη γής, πασχίζουν να χτίσουν ξανά λιθαράκι - λιθαράκι το βιός τους, αναπολώντας τις χαμένες πατρίδες, με έναν αβάσταχτο πόνο στην ψυχή: Τον πόνο της ξενιτιάς...
...