Act I: Εξ ευωνύμων, Καίτη και Ράνια... Κείμενο: Ραλού
Φωτογραφίες: H.Constantinos 
-Βρε Καιτούλα, πραγματικά το αποφάσισες να τον παντρευτείς τον τύπο!
-Ω ναί! Το αποφάσισα Ράνια μου...
-Μα είναι γέρος! Εξηντάρης...!
-Δεν πειράζει αδελφή... Το πήρα απόφαση...

Η Ράνια και η Καίτη, αδελφές, στα σαράντα κάτι τους, έχουν αράξει στα βραχάκια της Πειραϊκής, και χαζεύουν το ηλιοβασίλεμα.
Έρχονται εδώ καμιά φορά που θέλουν να τα πουν οι δυο τους, άμα δεν έχει κόσμο είναι όμορφα.
Η Ράνια είναι μεγαλοκοπέλα, ανύπαντρη, ο ένας της ξινίζει κι ο άλλος της βρωμάει, έχει και καλή δουλειά, περνάει καλά με φίλους και κάπως της κακοφαίνεται που η Καίτη η μικρή πάει να ξαναπαντρευτεί τον ηλικιωμένο!

-Ναι ναι, το αποφάσισα Ράνια μου...
Κοίτα να δεις, έπιασα τα σαράντα πια... άλλο αν δείχνω ακόμα τριαντάρα, ο μικρός μεγαλώνει μόνος του από τότε που ο μαλάκας ο πρώην μου πήρε την Ρωσίδα του πατέρα του και εξαφανίστηκε, χρειάζομαι ένα άντρα στη ζωή μου.
Τι που ο Μίμης είναι σιτεμένος, είναι καλοστεκούμενος, με τα σπίτια, τα αυτοκίνητα, το εξοχικό, τα κτήματα στο χωριό και την δικιά του την επιχείρηση, μεγαλη περιουσία σου λέω. Ασε τις γνωριμίες που έχει στους λαϊφσταϊλάδες! Ε, καλά, μου ρίχνει 20-25 χρόνια αλλά και τι έγινε. Σάμπως είναι για χόρταση, κάπως θα βολευτεί η κατάσταση. Να δεις το δαχτυλίδι που μου αγόρασε, αυτό δεν είναι μονόπετρο, ο βράχος του Γιβραλτάρ ο ίδιος είναι, 20 χιλιάρικα έδωσε, το έμαθα από σίγουρη πηγή. Θα μου το δώσει την Τρίτη μάλλον που έχει κλείσει τραπέζι στην "Αίγλη", είναι και λίγο φαντασμένος ο τύπος και πάει να με εντυπωσιάσει...
Α ρε κακομοίρη! Θυμάσαι ρε συ Ράνια που ζούσαν οι γονείς μας, ο μπαμπάς διευθυντής στην Τράπεζα, και τα πράγματα ήταν άνετα, θυμάσαι που τρώγαμε οικογενειακώς στα καλύτερα εστιατόρια, τούτος εδώ ούτε απ έξω δεν έχει περάσει, αχ, άλλες εποχές εκείνες, όμορφα χρόνια με τα σχολεία μας και τις σπουδές μας.
Αλλά ας όψεται ο αχαΐρευτος ο δικός μου που με πήρε από τα καλά μου και με έριξε στο φιλότιμο να ζούμε λέει οικολογικά και απλά, τι να πεις, κοριτσάκι στα 18 ήμουνα... Τι ήξερα, έρωτας ήταν αυτός, σαν πρόβατο τον ακολούθησα και τα έσπασα με την οικογένεια.

Χθες σκεφτόμουν που θα ήμουνα σήμερα αν είχα πάρει εκείνο τον Ιάκωβο, ξέρεις τον γιο της φιλενάδας της μαμάς, λίγο ζαβός ήτανε αλλά από λεφτά μια χαρά.
Καλά δεν έχω παράπονο, την δουλειά μου στο υπουργείο την έχω, το σπίτι στο Παγκράτι το κληρονόμησα, έχω και μερικά λεφτά στην άκρη, τα βολεύω, αλλά βρε παιδί μου λαχτάρισα να βγω στα μαγαζιά όπως τότε που ήμασταν μικρές, θυμάσαι, και γυρίζαμε το Κολωνάκι, και γεμίζαμε τα χέρια με τσάντες από επώνυμα ρούχα και παπούτσια, αχ αυτές οι Celine γόβες...! Να μην μετράω τα ευρώ και τα όρια της πιστωτικής βρε αδελφέ, να μπαίνω στα μαγαζιά και να λέω δώσε κι αυτό κι αυτό κι αυτό και να μου κάνουν τεμενάδες οι πωλήτριες.
Το ξέρω ότι εσύ είσαι πιο ολιγαρκής, να περνάς καλά θέλεις μόνο, αλλά εγώ έχω και το παιδί, μου τρώει όλο το χρόνο μου, θέλω να έχω και λίγο για τον εαυτό μου, ο Μίμης μου το είπε, ο μικρός θα έχει δική του κουβερνάντα, και το σπίτι οικιακή βοηθό, τίποτα δεν θα κάνω εγώ και η δουλειά δεν πάει να χαθεί, με τον κάθε βλάκα προϊστάμενο πάνω από το κεφάλι μου...
Και έχει και φίλους στη Μύκονο, με φαντάζεσαι με γυαλιστερό μπικίνι και παρεό... Αχ! Τι καλά που φρόντισα και δεν πήρα κιλά... μια χαρά είναι το κορμί μου, εικοσάρες βάζω κάτω άμα γουστάρω.
Ε καλά, θα έχω και τον Μίμη μαζί, τι να κάνουμε, ξέρω όμως εγώ... Θείος μου θα λέω ότι είναι όταν δεν είναι μπροστά, άμα θέλει η γυναίκα σε όλα βρίσκει λύσεις!
Πάντως για καλό και για κακό, ένα τσεκαπ θα τον βάλω να κάνει πριν τον γάμο να ξέρω που έχω να πορεύομαι.
Αλλά μετά θα γίνει ένας γάμος τρικούβερτος, όλη η κοσμική Αθήνα θα έρθει, και κανάλια και δημοσιογράφοι...

Να καλή ώρα έτσι θα είναι, ηλιοβασίλεμα σε νησί, και ένα νυφικό που έχω δει στη Λουκία, μούρλια... θα έχει και αεράκι και τα λουλούδια στα χρώματα όπως αυτά στον ουρανό, τριανταφυλλιά και ροζ όχι σαν τον πρώτο γάμο μου που παντρεύτηκα με το κοντό φουστανάκι στο δημαρχείο και μου έφερε και ανθοδέσμη από τα τριαντάφυλλα στην αυλή της μάνας του, διπλωμένα τα κοτσάνια σε αλουμινόχαρτο, μαζί με την μελίγκρα που είχαν απάνω τους... Οικολόγος ο βλάκας, όλο κάτι τέτοια έλεγε και έκανε, αχ! του χάρισα τα νιάτα μου και κέρδος μηδέν.
Και μου τα φόρεσε και με την Ρωσίδα, το έχω ξαναπεί, από τότε που ήρθαν αυτές χάσαμε τα αυγά και α πασχάλια...
Να δες! Κι αυτές εκεί δίπλα, ξένες είναι, τις βλέπεις, ρεμβάζουν κι μετά πάνε και παίρνουν τους άντρες μας...
Δεν βαριέσαι Ράνια μου... Θα τον πάρω τον Μίμη! Σου είπα...είναι καιρός να κοιτάξω κι εγώ τον εαυτό μου, γέρος ξεγέρος, εγώ θα εξασφαλιστώ, και ο μικρός βέβαια γιατί αν περιμένει από τον πατέρα του... φέξε μου και γλίστρησα!
Έτσι!
Βλέπω ότι δεν μιλάς... Μάλλον σε αιφνιδίασα ε;
Όλα μέσα στη ζωή είναι βρε! Τι νόμισες; Ότι η ζωή είναι ένα ηλιοβασίλεμα στην Πειραϊκή; Αυτά καλά είναι κορίτσι μου και τζάμπα, όμως η ζωή θέλει άλλα.
Θέλει θυσίες...
Θέλει παραχωρήσεις...
Αλλά θέλει και λεφτά...
Ε! Θέλει και σιτεμένους γαμπρούς που να στα παρέχουν...
Όλα μέσα στο παιχνίδι είναι.

Άντε πάμε τώρα!
Έβγαλε υγρασία και θα μου κατσαρώσει πάλι το μαλλί.
Άντε πάμε, δεν αντέχω να βλέπω κι αυτές τις αλλοδαπές εκεί δίπλα.
Που, από τότε που ήρθαν, όλοι οι μεσόκοποι βλάκες τρέχουν από πίσω τους...!
Άντε πάμε λέω...
Act II: Εκ δεξιών, Νάνι και Ταμάρα... Κείμενο: Ραλού
Φωτογραφίες: H.Constantinos